Η ώρα πλησίαζε μεσάνυχτα. Παρασκευή. Η ατμόσφαιρα βαριά από την κάψα του καλοκαιριού. Πάνω από το κεφάλι μου η Σελήνη με παρακολουθούσε στωικά. Μια αιώνια, αδιάφορη θεά που καταδέχτηκε να μας δείξει, για πολλοστή φορά, το ένα και μοναδικό, σχεδόν τετριμμένο της πρόσωπο. Κι όμως, υπήρχε ένα ίχνος πρόκλησης στο παγωμένο της φως. Μια σιωπηλή μονομαχία είχε μόλις προκηρυχθεί μεταξύ εμού και του σύμπαντος.
Η μοίρα μου ήταν προδιαγεγραμμένη. Υπέκυψα. Το χέρι μου, σαν να είχε βούληση δική του, τράβηξε από την τσέπη του παντελονιού μου το ταπεινό μου όπλο: ένα smartphone. Οι πιθανότητες ήταν εναντίον μου, μια κοσμική φάρσα έτοιμη να εκτυλιχθεί. Τι ήλπιζα να πετύχω; Μπορούσα εγώ, ένας απλός Χόμο σάπιενς, να αιχμαλωτίσω τη μεγαλοπρέπεια μιας ουράνιας θεάς, χρησιμοποιώντας έναν επεξεργαστή και μερικούς φακούς από πλαστικό; Ήταν σαν να προσπαθώ να πιάσω τον Κθούλου με ψαροτούφεκο.
Το πρώτο κλικ ήταν μια οδυνηρή επιβεβαίωση της ασημαντότητάς μου. Μια λευκή, άμορφη κηλίδα. Μια προσβολή στην αισθητική. Η Σελήνη, εκκωφαντική μέσα στη σιωπή της, με περιγελούσε: «Αυτό είναι το καλύτερο που μπορείς να κάνεις;» φανταζόμουν να λέει.
Δεν είχα πει την τελευταία μου λέξη. Βυθίστηκα στα απόκρυφα μενού της κάμερας, ψαχουλεύοντας απεγνωσμένα ψηφιακές επικλήσεις και μυστήριες ρυθμίσεις, κατανοητές μόνο από τους μάγους της φυλής μας. Και τότε, σε μια γωνιά, σαν ξεχασμένος ψίθυρος, το είδα: Supermoon. Μια λειτουργία της οποίας την ύπαρξη αγνοούσα. Μια υπόσχεση από τους αλγοριθμικούς θεούς της Σίλικον Βάλεϊ. Πάτησα το κουμπί με δέος και αμφιβολία. Αυτό που ακολούθησε ήταν ένα μικρό τεχνολογικό θαύμα, μια ψηφιακή αλχημεία που αψήφησε τα όρια της επιστήμης. Η οθόνη γέμισε με μια εικόνα τόσο εξωφρενικά καθαρή, τόσο προκλητικά λεπτομερή, που ένιωσα πως είχα κάνει κάποια σκοτεινή συμφωνία με τον διάβολο. Μήπως πούλησα μόλις την ψυχή μου για μια φωτογραφία; Πολύ κακό ντιλ. Αν το ήξερα θα είχα ζητήσει λεφτά. Το αποτέλεσμα ήταν τόσο εξωπραγματικά εντυπωσιακό, που εκ των υστέρων μοιάζει πολύ καλό για να είναι αληθινό.
Ε, ήταν. Δηλαδή, περίπου.
Την επόμενη μέρα, μακάριος μέσα στην άγνοιά μου, αποφάσισα να μοιραστώ τη φωτογραφία της πανσελήνου σ' ένα Instagram story, συνοδευόμενη από ένα μικρό σχόλιο για το πόσο έχει προχωρήσει η τεχνολογία στην εποχή μας. Η κατάρρευση ήρθε γρήγορα: Το κοινό μου, μονίμως άγρυπνο και ενημερωμένο, έσπευσε να με διορθώσει, επισημαίνοντας πως η φωτογραφία δεν είναι «πραγματική». Λίγα λεπτά αφού πέρασε η αρχική απογοήτευση, το μυαλό μου μπήκε σε πλήρη φιλοσοφική φρενίτιδα: και γιατί, δηλαδή, δεν είναι πραγματική; Τι θεωρούμε άραγε πραγματικό σε μια τέτοια περίπτωση;
Κάποιοι σχολιαστές μού έγραψαν ότι όταν η κάμερα του τηλεφώνου βρίσκεται στη σχετική λειτουργία (η κάθε εταιρία φαίνεται να την ονομάζει διαφορετικά), αντικαθιστά την εικόνα της Σελήνης με μια εικόνα αρχείου. Μάλιστα, κάποιοι λένε ότι έχουν καταφέρει να την ξεγελάσουν: χρησιμοποιώντας τη λειτουργία, έστρεψαν την κάμερά τους προς μια σφαιρική λάμπα και το κινητό τους αντικατέστησε την εικόνα της λάμπας με μια εικόνα του φεγγαριού.
Έπρεπε να το δοκιμάσω. Έφτιαξα έναν λευκό κύκλο πάνω σε μαύρο φόντο. Του έδωσα και μια μικρή άλω, για να μοιάζει λίγο περισσότερο με τη Σελήνη. Έβαλα την εικόνα σε πλήρη οθόνη, έσβησα όλα τα φώτα στο σπίτι και πήγα όσο πιο μακριά μπορούσα. Έπειτα, χρησιμοποιώντας τη λειτουργία Supermoon, τη φωτογράφισα.
Το αποτέλεσμα ήταν... ένας λευκός κύκλος σε μαύρο φόντο.
Ίσως σε παλιότερες εκδόσεις του λογισμικού η λειτουργία να ήταν πιο «πρωτόγονη» και να μπορούσε να ξεγελαστεί πιο εύκολα. Ή ίσως διαφορετικά κινητά να χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους.
Αφού έφτασα μέχρι εδώ, είπα να το πάω μέχρι τέλους. Ο χρήστης ibreakphotos στο reddit λέει ότι κατάφερε να ξεγελάσει την εφαρμογή χρησιμοποιώντας μια εξαιρετικά θολή εικόνα του φεγγαριού. Η λειτουργία αναγνώρισε το αντικείμενο και αντικατέστησε τη θολούρα με μια λεπτομερή απεικόνιση της Σελήνης. Το δοκίμασα και πράγματι λειτούργησε.
Σύμφωνα με τη Samsung, η εφαρμογή αναγνωρίζει το φεγγάρι ως κύριο αντικείμενο και τραβάει πολλαπλές φωτογραφίες, τις οποίες στη συνέχεια συνθέτει σε μία εικόνα. Έπειτα, με τη βοήθεια ολίγης Τεχνητής Νοημοσύνης, ενισχύει τις λεπτομέρειες της ποιότητας της εικόνας και των χρωμάτων. Δεν εφαρμόζει κανενός είδους επικάλυψη εικόνας στη φωτογραφία, λέει.
Το οποίο, όμως, δεν μπορεί να είναι απολύτως αληθές, καθώς στην παραπάνω περίπτωση δεν υπήρχαν λεπτομέρειες για να ενισχυθούν. Το φεγγάρι ήταν εσκεμμένα θολωμένο - όχι τόσο ώστε να μην είναι αναγνωρίσιμο, αλλά αρκετά ώστε καμία σύνθεση πολλαπλών καρέ να μην μπορεί να εμφανίσει λεπτομέρειες εκεί που δεν υπάρχουν. Ανεξάρτητα από την ποιότητα του φακού της κάμερας, υπήρχε ένα ανώτατο όριο στο πόση λεπτομέρεια θα ήταν δυνατό να αποτυπωθεί. Ακόμα και η καλύτερη κάμερα του κόσμου θα έπρεπε να φωτογραφίσει μια θολή Σελήνη.
Τι είναι καν αληθινό;
Το να ανακαλύπτει κανείς ότι μια εντυπωσιακή εικόνα είναι προϊόν αλγοριθμικής σύνθεσης, προκαλεί μια αίσθηση εξαπάτησης. Ωστόσο, αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο αλλά μάλλον ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τάσης που διαμορφώνει τη φωτογραφία στα κινητά για πάνω από μια δεκαετία. Εδώ και χρόνια, η ΤΝ παρεμβαίνει διακριτικά στις λήψεις μας, ίσως όχι για να μας ξεγελάσει, αλλά για να ξεπεράσει τους φυσικούς περιορισμούς των μικροσκοπικών φακών και αισθητήρων που χωρούν σε έναν μικρό υπολογιστή τσέπης.
Οι πρώτες και πλέον καθιερωμένες μορφές αυτής της παρέμβασης είναι το HDR (High Dynamic Range) και το πορτρέτο με θολό φόντο (bokeh). Σχεδόν κάθε φωτογραφία που τραβάμε σήμερα χρησιμοποιεί αόρατα την τεχνική HDR. Αντί για μία λήψη, το κινητό τραβάει ταυτόχρονα πολλές με διαφορετική έκθεση -μία για τον φωτεινό ουρανό, μία για τις σκοτεινές σκιές κτλ- και τις συνθέτει σε μια ισορροπημένη εικόνα. Η ΤΝ εδώ διασφαλίζει ότι αντικείμενα που κινούνται, όπως τα φύλλα ενός δέντρου, δε θα εμφανίζονται διπλά ή θολά στην τελική εικόνα. Ακόμα πιο «ψεύτικη» είναι η λειτουργία πορτρέτου, η οποία προσομοιώνει το θόλωμα του φόντου που πετυχαίνουν οι μεγάλες, επαγγελματικές κάμερες. Το κινητό δημιουργεί έναν «χάρτη βάθους» για να ξεχωρίσει το πρόσωπο από το παρασκήνιο και στη συνέχεια εφαρμόζει ένα τεχνητό φίλτρο θολώματος. Αγκαλιάσαμε αυτές τις τεχνικές γιατί, αν και δεν αποτυπώνουν την πραγματικότητα με απόλυτη πιστότητα, δημιουργούν αισθητικά ανώτερες εικόνες.
Ακόμα και εταιρείες όπως η Google, που θεωρούνται υπόδειγμα σωστής χρήσης TN, φλερτάρουν με τα όρια μεταξύ βελτίωσης και παραποίησης. Η λειτουργία αστροφωτογραφίας της δεν κατηγορήθηκε ποτέ ως «ψεύτικη», παρότι αποτυπώνει αστέρια που το γυμνό μάτι αδυνατεί να δει. Ο κύριος ρόλος της TN εδώ είναι να αναγνωρίζει και να αφαιρεί τα «καυτά pixel» (σφάλματα του αισθητήρα που μοιάζουν με αστέρια) και όχι να προσθέτει ανύπαρκτα ουράνια σώματα. Από την άλλη, η ίδια εταιρεία προσφέρει τη «Μαγική Γόμα» (Magic Eraser), η οποία μπορεί να σβήσει ολόκληρα άτομα από μια φωτογραφία και να «εφεύρει» το κενό που αφήνουν πίσω τους. Αυτό αποδεικνύει ότι η γραμμή είναι λεπτή. Το ζήτημα με τη Σελήνη δεν είναι μια μεμονωμένη περίπτωση, αλλά η αποκάλυψη του πόσο μακριά έχει φτάσει μια τεχνολογία που ήδη χρησιμοποιούμε όλοι. Καθώς η TN γίνεται όλο και πιο ισχυρή, θα πρέπει μάλλον να συνηθίσουμε σε αυτό το αίσθημα της αβεβαιότητας, όπου οι εικόνες που βλέπουμε δεν είναι πάντα αυτό που συνέβη, αλλά αυτό που ένας αλγόριθμος έκρινε ότι θα θέλαμε να δούμε.
Έτσι και στη δική μου περίπτωση, πήρα αυτό που ήθελα: μια φωτογραφία της Σελήνης. Αν η εφαρμογή μπορεί να αναγνωρίσει επακριβώς το γεωγραφικό μου πλάτος, τη φάση στην οποία βρίσκεται το φεγγάρι και να το εμφανίσει ακριβώς έτσι όπως θα το έδειχνε μια πολύ καλύτερη κάμερα ή ένα τηλεσκόπιο, τι είναι άραγε αυτό που κάνει τη φωτογραφία «ψεύτικη»;
Ίσως το ότι η φωτογραφία είναι μια μορφή τέχνης. Η φωτογράφιση της Σελήνης χωρίς τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης απαιτεί γνώση, υπομονή, τον σωστό εξοπλισμό και τη δεξιότητα να ρυθμίζεις την κάμερα με ακρίβεια ώστε να αποτυπώσεις τη λεπτομέρεια σε ένα τόσο φωτεινό αντικείμενο μέσα σε ένα κατάμαυρο φόντο. Όταν κάποιος καταφέρνει μια καλή λήψη, δε δείχνει απλώς μια ωραία εικόνα - επιδεικνύει την ικανότητά του. Η ΤΝ, σε αυτή την περίπτωση, λειτουργεί ως πλήρης αντικαταστάτης της δεξιότητας. Παρακάμπτει όλη τη διαδικασία της μάθησης και του κόπου και παραδίδει ένα σχεδόν τέλειο αποτέλεσμα με το πάτημα ενός κουμπιού. Αυτόματα, η πράξη χάνει τη «μυστικιστική» της αξία. Δεν αισθάνεσαι ότι εσύ πέτυχες κάτι δύσκολο, αλλά ότι το τηλέφωνό σου σε «κορόιδεψε», δίνοντάς σου ένα αποτέλεσμα για το οποίο δε μόχθησες.
Όμως, είναι ο μόχθος ένα καλό μέτρο σύγκρισης της αξίας ενός αποτελέσματος; Αυτή είναι μια ερώτηση για κάποιο άλλο γράμμα αλλά έχει ενδιαφέρον να αναλογιστούμε από πού πηγάζει.
Αυτό το γράμμα είναι δωρεάν και μπορεί να παραμένει έτσι χάρη στην υποστήριξη μιας μικρής μερίδας αναγνωστών. Αν θέλετε η Καθημερινή Φυσική να συνεχίσει να υπάρχει και να έχετε πρόσβαση σε όλα τα γράμματα, μπορείτε τώρα να γίνετε μέλη με μόλις 15€ τον χρόνο.
Καλημέρα! Το ίδιο κάνει ο εγκέφαλος μας. Στην πορεία του οπτικού νεύρου σε διαφορετικούς νευρώνες αποκωδικοποιεί την κίνηση, σε διαφορετικούς τα χρώματα, σε διαφορετικούς το βάθος κλπ, και όλα αυτά με μια...μικρή χρονική διαφορά. Στο τέλος όμως συνθέτει μια εικόνα, αυτή που βλέπουμε και αντιλαμβανόμαστε ως "αληθινή". Είναι άραγε η "πραγματική";