Πώς μιλάμε με τους υποστηρικτές θεωριών συνωμοσίας;
Σκέψεις στην εποχή της μετα-αλήθειας
Τον Οκτώβριο του 2022, ο Μιχάλης (δεν τον έλεγαν Μιχάλη αλλά ας πούμε ότι τον έλεγαν) μού έστειλε ένα μήνυμα στο Instagram. Το μήνυμα ήρθε ως απάντηση σ' ένα σύντομο βίντεο, στο οποίο μιλούσα για ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία, το Κακή Επιστήμη (Ben Goldacre, Εκδόσεις Κλειδάριθμος 2010). Στο αρχικό του μήνυμα, ο Μιχάλης έλεγε πως «κακή επιστήμη» ήταν και η επιβολή του εμβολιασμού στον γενικό πληθυσμό και ιδιαίτερα σε νέες ηλικίες. «Κακή επιστήμη» ήταν και τα λοκντάουν.
Θέλω να επισημάνω σε αυτό το σημείο ότι στο σχετικό βίντεο δεν άγγιξα καθόλου το θέμα της COVID-19. Δεν αναφέρθηκα καν σε αυτό πλαγίως. Σας το λέω διότι θεωρώ ότι αποκαλύπτει κάτι για την ψυχολογική κατάσταση του Μιχάλη: Δεν τον ενδιέφερε καθόλου να συζητήσει για το βιβλίο ή να ρωτήσει περισσότερες λεπτομέρειες γι' αυτό. Αυτό που ήθελε ήταν να μοιραστεί τις σκέψεις και τις ανησυχίες του για ένα θέμα που εμφανώς τον απασχολούσε πολύ. Και μάλιστα, ήθελε να τις μοιραστεί με εμένα, έναν άνθρωπο του οποίου τη δουλειά θαύμαζε (ο ίδιος το είπε, αλήθεια, δεν το βγάζω απ' το μυαλό μου) και που θα ήθελε πολύ να συμφωνεί μαζί του.
Έπειτα, συνέχιζε, η «καλή επιστήμη» πρέπει να είναι η «αμερόληπτη επιστήμη» και πως η επιστήμη έχει ανάγκη τη μετα-επιστήμη, σκοπός της οποίας είναι να φιλτράρει τις έρευνες, να βρίσκει ατέλειες, μεροληψίες και γενικώς να προσπαθεί να εξετάσει τη μεθοδολογία της επιστήμης χρησιμοποιώντας τα ίδια της τα εργαλεία. Στην πορεία ανέφερε τον Τζον Ιωαννίδη, έναν Ελληνοαμερικανό με τεράστια συνεισφορά στην επιδημιολογία και την κλινική έρευνα.
Σε κάθε ευκαιρία που μου δίνεται, προσπαθώ να τονίζω ότι στην επιστήμη δεν υπάρχουν απόλυτες αυθεντίες και κανενός ο λόγος δεν πρέπει να λαμβάνεται σαν ευαγγέλιο. Όμως, αν κάποια στιγμή η ανθρωπότητα αποφάσιζε να ανοίξει μια θέση εργασίας για τον Προφήτη της Επιστήμης, το βιογραφικό του Τζον Ιωαννίδη θα ήταν ένα από τα πιο ανταγωνιστικά που έχουν ποτέ υπάρξει: Σύμφωνα με το Google Scholar, έχει λάβει συνολικά περισσότερες από 600 χιλιάδες παραπομπές (!), πράγμα που τον κατατάσσει μεταξύ των έξι επιστημόνων παγκοσμίως με τις περισσότερες παραπομπές. Ο δείκτης h του (ένας δείκτης που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της επιστημονικής παραγωγικότητας και της επίδρασης ενός ερευνητή) είναι 266, και είναι, με το συμπάθιο, πελώριος. Σύμφωνα με το προφίλ του στο Stanford, κάθε μήνα γίνονται περισσότερες από 6.000 παραπομπές στο έργο του.
Ο Μιχάλης, λοιπόν, μου έγραψε (πολύ σωστά) ότι ο Ιωαννίδης θεωρείται κορυφαίος στον τομέα της μετα-επιστήμης και ότι θα έπρεπε να τον είχαμε ακούσει όσον αφορά την πανδημία, καθώς έπεσε μέσα σε όσα είπε σχετικά με αυτή. «Τι είπε;», σας φαντάζομαι να αναρωτιέστε. Μεταξύ άλλων, τα εξής: Υποστήριξε ότι η θνητότητα της COVID-19 ήταν πολύ μικρότερη απ' ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Ότι η υψηλή θνησιμότητα της πανδημίας στην Ελλάδα οφειλόταν στα ισχυρά μέτρα δημόσιας υγείας. Ότι η υψηλή θνησιμότητα της COVID-19 διεθνώς θα μπορούσε να οφείλεται και σε πλαστή υπερ-καταγραφή θανάτων COVID-19 λόγω οικονομικών κινήτρων για ορισμένους γιατρούς. Και ότι ο εμβολιασμός των νέων θα μπορούσε να αυξήσει την ασυμπτωματική νόσησή τους και τη μεταδοτικότητά τους στους ηλικιωμένους.
Ο Ιωαννίδης δεν έπεσε μέσα. Αυτή από μόνη της είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία που αξίζει κάποια στιγμή να δούμε και να συζητήσουμε με περισσότερη προσοχή, αλλά αυτό ξεφεύγει από τα όρια ετούτου του γράμματος. Μπορείτε να διαβάσετε με λεπτομέρεια, έναν προς έναν τους ισχυρισμούς του Ιωαννίδη, στο εξαιρετικά σχολαστικό άρθρο του Ανδρόνικου Κουτρουμπέλη.
Αν υπάρχει κάποιο δίδαγμα από αυτή την ιστορία, είναι ίσως ότι ακόμα και οι μεγαλύτερες αυθεντίες είναι άνθρωποι. Και οι άνθρωποι κάνουν λάθη. Υπάρχει λόγος που τονίζω επανειλημμένα ότι η επιστήμη δεν βασίζεται στις απόψεις ενός μόνο ατόμου, αλλά στη συντονισμένη προσπάθεια χιλιάδων επιστημόνων με ποικίλα υπόβαθρα.
Ο Ιωαννίδης επέμενε στις απόψεις του, παρά τη συσσώρευση στοιχείων και ενδείξεων που υποστήριζαν το αντίθετο. Τα λεγόμενά του υιοθετήθηκαν με ενθουσιασμό από τον συντηρητικό χώρο, την ίδια στιγμή που δεχόταν σφοδρή κριτική από λοιμωξιολόγους, επιδημιολόγους και στατιστικολόγους σε όλο τον κόσμο.
Αυτά, σε αδρές γραμμές, τα έγραψα και στον Μιχάλη. Όμως εκείνος εξακολουθούσε να επιμένει στα ίδια σημεία: Ενώ τα Συστήματα Υγείας σε όλο τον κόσμο και το προσωπικό που δούλευε σε αυτά, κατέρρεαν από την υπερβολική πίεση, ο Μιχάλης θεωρούσε ότι τα λοκντάουν δεν ήταν αναγκαία και δεν έσωσαν ζωές. Για την ακρίβεια, υποστήριζε ότι μακροπρόθεσμα η ίδια η πρακτική του εγκλεισμού θα προκαλούσε περισσότερους θανάτους από τα 7 εκατομμύρια της COVID-19 παγκοσμίως - μια άποψη που δε βασίζεται πουθενά πέρα από την προσωπική του διαίσθηση. Επιπλέον, καθώς η μετάδοση του ιού δεν εμποδίστηκε στο 100%, τα εμβόλια (παρόλο που βοήθησαν τους ηλικιωμένους) δεν αναχαίτισαν την πανδημία και οι νέοι δεν είχαν κανένα λόγο να τα κάνουν. Είχε την εικόνα ότι η επιστημονική κοινότητα με τον καιρό τάσσεται όλο και περισσότερο υπέρ των απόψεων του Ιωαννίδη - κάτι που, φυσικά, δεν ισχύει.
Αυτά συζητούσαμε με τον Μιχάλη, σε μια ανταλλαγή μηνυμάτων που κράτησε μέρες και ήταν σε γενικές γραμμές ψύχραιμη. Παρόλο που κανείς δεν κατάφερε να μεταπείσει τον άλλο, η συζήτηση φάνηκε να είναι παραγωγική.
Ο Μιχάλης, δεν ήταν αυτό που θα χαρακτηρίζαμε ελαφρά τη καρδία ως ψεκασμένος. Ήταν εμφανές ότι είχε μελετήσει και είχε σκεφτεί πολύ, πολλά από τα πράγματα για τα οποία συζητούσαμε. Το πρόβλημα, θεωρώ, βρισκόταν στο γεγονός πως οτιδήποτε άκουγε ή διάβαζε, το αντιλαμβανόταν μέσα από ένα φίλτρο προκατάληψης της επιβεβαίωσης. Με άλλα λόγια, είχε βγάλει από πολύ νωρίς το συμπέρασμα (εξαιτίας μιας περιόδου συναισθηματικά δύσκολης για τον ίδιο, θα τολμήσω να υποθέσω) ότι τα λοκντάουν ήταν αχρείαστα, υπερβολικά και επικίνδυνα, και στη συνέχεια υιοθετούσε και έδινε βαρύτητα μόνο σε απόψεις που υποστήριζαν αυτό το προειλημμένο συμπέρασμα. Δεν ήταν το κύρος, ούτε τα επιχειρήματα του Ιωαννίδη που τον έπεισαν - αν δεν ήταν αυτός θα βρισκόταν κάποιος άλλος. Αλίμονο, ακόμα και στους κόλπους της επιστήμης υπάρχουν διάφοροι παπατζολόγοι με κατάφωρα λαθεμένες απόψεις. Μπορεί οι θέσεις που υποστήριζε ο Μιχάλης να ήταν αμφιλεγόμενες, αλλά τουλάχιστον δεν υιοθετούσε ακραίες ανοησίες, όπως ότι οι μάσκες και τα εμβόλια είχαν μέσα τσιπάκια που έφεραν το χάραγμα.
Τουλάχιστον, όχι μέχρι τις 10 Ιανουαρίου του 2025.



Να πω σε αυτό το σημείο, για τα πρακτικά, ότι ουδέποτε υποστήριξα ότι τα λοκντάουν «άφησαν συνολικά θετικό αποτύπωμα στην κοινωνία». Οι εγκλεισμοί ήταν και για εμένα μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδος για την ψυχική μου υγεία. Θεωρώ ότι κράτησαν πολύ περισσότερο απ' όσο έπρεπε, καθώς από ένα μέτρο έκτακτης ανάγκης, είχαν γίνει, τουλάχιστον στη χώρα μας, το μόνο μέτρο αντιμετώπισης της πανδημίας. Αυτό που είχα πει στον Μιχάλη και η θέση την οποία στηρίζω μέχρι και σήμερα, είναι ότι, τουλάχιστον στην αρχή, όταν δεν ξέραμε ακόμη με τι έχουμε να κάνουμε και πώς να το αντιμετωπίσουμε, ήταν ένα αναγκαίο κακό.
Δεν ξέρω πώς εκλαμβάνετε εσείς τα παραπάνω μηνύματα, εμένα πάντως μου φαίνεται ότι ο Μιχάλης έχει βουτήξει ακόμη περισσότερο στον βούρκο της συνωμοσιολογίας και μετα-αλήθειας, μιλώντας με οργή για πληρωμένους φασίστες ελεγκτές ειδήσεων και αμερικανικά πληρωμένα φιλοκυβερνητικά σάιτ. Εντύπωση μου προκαλεί, επίσης, το γεγονός ότι αυτή η ιστορία τον απασχολεί ακόμα τόσο πολύ τρία χρόνια μετά, σε σημείο που αισθάνθηκε ότι έπρεπε να επιστρέψει στη συζήτησή μας και να προσπαθήσει εκ νέου να αποδείξει ότι είχε δίκιο.
Φοβάμαι ότι αυτά τα φαινόμενα γίνονται ολοένα και πιο συχνά. Άνθρωποι που ξεκινούν με μια, ίσως λίγο παραπάνω από υγιή, δόση σκεπτικισμού, συνεχίζουν να βουλιάζουν όλο και πιο βαθιά σε μια παράλληλη πραγματικότητα. Η συνωμοσιολογία φαίνεται εκ πρώτης όψεως ελκυστική, παρέχοντας ένα ψευδές αίσθημα ελέγχου και εύκολες απαντήσεις σε περίπλοκα κοινωνικά θέματα. Η δύναμή της κρύβεται στο ότι προσφέρει στους ανθρώπους έναν τρόπο να ερμηνεύσουν τον κόσμο, ιδίως σε περιόδους κρίσης, όπου η αβεβαιότητα μοιάζει αβάσταχτη και το άγχος χτυπάει κόκκινο. Ωστόσο, πρόκειται για μια πνευματική δίνη. Υπόσχεται να ξεδιαλύνει τη σκοτεινιά, ενώ στην πραγματικότητα σε ρουφάει όλο και περισσότερο μέσα της, ανατροφοδοτώντας αισθήματα άγχους, ανημποριάς και μοιρολατρίας. Είναι δύσκολο να ξεφύγεις αν παρασυρθείς από αυτήν, γιατί οι συνωμοσιολογικές αφηγήσεις δημιουργούν έναν αυτοτροφοδοτούμενο κύκλο, όπου οποιαδήποτε αντίθετη άποψη απορρίπτεται ως μέρος της συνωμοσίας.
Πώς αντιμετωπίζουμε αυτούς τους ανθρώπους στη ζωή μας; Ο Μιχάλης μού είναι παντελώς άγνωστος και, παρόλο που προσπάθησα να συζητήσω μαζί του, η πραγματικότητα είναι ότι δε με απασχολεί ιδιαίτερα τι πιστεύει και τι κάνει. Όμως, τι κάνουμε στην περίπτωση που αυτά τα πράγματα προέρχονται από μια φίλη ή έναν συγγενή μας; Άτομα για τα οποία νοιαζόμαστε, με τα οποία έχουμε κοινές αναμνήσεις, σχέσεις δεμένες από αγάπη και εμπιστοσύνη;
Ο Μάικλ Σέρμερ, ιδρυτής του περιοδικού Skeptic, στο νέο του βιβλίο Συνωμοσίες (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2024) έχει ένα κεφάλαιο αφιερωμένο στο Πώς να διαλεγόμαστε με συνωμοσιολόγους. Σε γενικές γραμμές, υποστηρίζει ότι το πρώτο βήμα πρέπει πάντα να είναι η ενσυναίσθηση και η κατανόηση. Πρέπει να δούμε πίσω από τις πεποιθήσεις τους, να αντιληφθούμε τους φόβους και τις ανασφάλειες που τροφοδοτούν τις ιδέες τους. Έπειτα, είναι σημαντικό να προσπαθήσουμε να ανοίξουμε γέφυρες επικοινωνίας χωρίς κατηγόριες ή χλευασμό. Αντί να εστιάζουμε στο να κερδίσουμε το επιχείρημα, είναι πιο αποτελεσματικό να δείχνουμε ενσυναίσθηση και να προσκαλούμε τον άλλον να εξετάσει μαζί μας τις πληροφορίες. Παραθέτει, μάλιστα, κι ένα απόφθεγμα του Τόμας Τζέφερσον:
Ουδέποτε θεώρησα τη διαφορά απόψεων στην πολιτική, τη θρησκεία ή τη φιλοσοφία ως αιτία για να εγκαταλείψω έναν φίλο.
Εγώ δεν είμαι τόσο σίγουρος. Η συνωμοσιολογική σκέψη με εξουθενώνει και αισθάνομαι ότι δεν έχω τα συναισθηματικά αποθέματα για να κάνω τον ψυχολόγο σε άλλους ανθρώπους. Επιπλέον, αν βρεθώ αντιμέτωπος με παθιασμένες απόψεις που αρνούνται την ανθρώπινη υπόσταση σε άτομα διαφορετικού φύλου, θρησκείας, χρώματος ή σεξουαλικού προσανατολισμού, μου είναι δύσκολο να δω πέρα από αυτό. Αυτό μπορεί να σας φαίνεται λάθος αλλά για εμένα είναι μια μορφή άμυνας. Όμως, όπως δείχνουν τα πράγματα, ίσως είναι αναγκαίο να οπλιστούμε με υπομονή και κατανόηση για τα χρόνια που έρχονται.
Αν θέλετε να διαβάσετε περισσότερα πράγματα για τις συνωμοσίες, γιατί υπάρχουν, γιατί τις πιστεύουμε, πώς να τις αναγνωρίζουμε και πώς να τις αντιμετωπίζουμε, μπορείτε να ρίξετε μια ματιά στο βιβλίο του Σέρμερ που κυκλοφορεί από τις ΠΕΚ. Θα το βρείτε στο eshop τους και σε όλα τα βιβλιοπωλεία.
Η Καθημερινή Φυσική συνεχίζει να υπάρχει γιατί άνθρωποι σαν κι εσάς την υποστηρίζουν. Εάν βρίσκετε τη δουλειά μας αξιόλογη παρακαλώ σκεφτείτε το ενδεχόμενο να αναβαθμίσετε τη συνδρομή σας.