Το ανησυχητικό πρόβλημα στην καρδιά της επιστημονικής έρευνας
Ή, όπως λέει το ρητό: Publish or perish
Θα σταματήσει επιτέλους ο κόσμος να ξεκινάει πολέμους; Τι κακό είναι αυτό; Αναφέρομαι, φυσικά, στην επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ. Δεν έχω ιδέα τι συμβαίνει εκεί πέρα, δεν έχω μελετήσει καθόλου το θέμα, παραμένω επιλεκτικά ανίδεος, αλλά όλο διαβάζω από 'δω κι από 'κει για φόβους γενικευμένης σύρραξης και είμαι σε φάση:
Έχω τόσα βιβλία να διαβάσω, τόσα stick figures να ζωγραφίσω και δεν έχω πάει ακόμα στη Σκωτία, στη γενέτειρα του Scrooge McDuck. Δηλαδή, κανένας σεβασμός στις προτεραιότητές μας! Αρκουδέηδες!
Εν πάση περιπτώσει, ας ασχοληθούμε με κάτι άλλο και θα επιστρέψουμε σε αυτό το θέμα στα links.
Η ιστορία της Sabine Hossenfelder, όπως την ξεχώρισα αυτή την εβδομάδα
Η Ζαμπίνε είναι μια θεωρητική φυσικός από τη Γερμανία, συγγραφέας των βιβλίων Lost in Math: How Beauty Leads Physics Astray και Existential Physics: A Scientist’s Guide to Life’s Biggest Questions (το οποίο έχω διαβάσει και είναι πολύ καλό). Τα τελευταία χρόνια είναι επίσης YouTuber, δηλαδή επικοινωνός της επιστήμης, και μάλιστα τα πηγαίνει πολύ καλά με το κανάλι της να έχει ξεπεράσει τους 1 εκατομμύριο συνδρομητές, παρά τη βαριά γερμανοαγγλική της προφορά.
Τις προάλλες, λοιπόν, δημοσίευσε ένα βίντεο όπου μιλάει για την ιστορία της - πώς από ακαδημαϊκός και ερευνήτρια κατέληξε να ασχολείται με το YouTube. Θα ήθελα να σας μεταφέρω εδώ πέρα κάποια σημεία γιατί θεωρώ πως έχουν ενδιαφέρον.
Το να γίνει φυσικός, λέει η Ζαμπίνε, ήταν το όνειρο της ζωής της. Οι προσδοκίες της γι' αυτή τη δουλειά βασίζονταν σε αυτά που είχε διαβάσει στις βιογραφίες των επιστημόνων. Θεωρούσε ότι θα αφιερώνει τον χρόνο της στο να γράφει, να συμμετέχει σε συνέδρια, να σκέφτεται και να διαφωνεί παραγωγικά με άλλους επιστήμονες. Αφού πέρασε κάποια όμορφα χρόνια στο πανεπιστήμιο με ανθρώπους παρόμοιων ενδιαφερόντων, και αφού τελείωσε και τις μεταπτυχιακές της σπουδές με άριστα, περίμενε ότι το πανεπιστήμιο θα της πρόσφερε δουλειά, ίσως σε κάποιο εργαστήριο, όπως έκανε συνήθως σε απόφοιτους με εξαιρετικούς βαθμούς.
Και; Πώς πήγε αυτό; Μεταφράζω τα λόγια της Ζαμπίνε:
Δε μου προσφέρθηκε δουλειά, επειδή είμαι γυναίκα. Δεν υποθέτω ότι αυτό συνέβη, το ξέρω, γιατί μου το είπαν. Βλέπετε, ο τύπος που ήταν επικεφαλής του ινστιτούτου μού είπε ότι, αφού είμαι γυναίκα, θα έπρεπε να υποβάλω αίτηση για μια υποτροφία που ήταν αποκλειστικά για γυναίκες στις φυσικές επιστήμες. Γιατί τότε το ινστιτούτο δε θα χρειαζόταν να με πληρώσει. Είναι λογικό, έτσι δεν είναι;
Έτσι, λοιπόν, έκανα αίτηση για την υποτροφία και την πήρα. Αλλά αυτές οι υποτροφίες δεν συνοδεύονται από παροχές όπως συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις και ασφάλιση υγείας. Ξέρω ότι αυτό ακούγεται πολύ γερμανικό, αλλά αυτά τα πράγματα έχουν σημασία για εμάς. Επίσης, με διάφορους τρόπους, μου υπενθύμιζαν τακτικά ότι στην πραγματικότητα δεν εργαζόμουν στο ινστιτούτο. Ήμουν εκεί απλώς επειδή είχα αυτή την υποτροφία για γυναίκες. Και αυτό ήταν απολύτως σωστό.
Αυτός είναι, παρεμπιπτόντως, ο λόγος για τον οποίο είμαι κατά των προγραμμάτων ή των θέσεων που είναι αποκλειστικά για γυναίκες. Νομίζω ότι η διαφορετική μεταχείριση των γυναικών απλώς ενισχύει την προκατάληψη ότι οι γυναίκες είναι λιγότερο ικανές από τους άνδρες.
Αυτό το συμπέρασμα από μόνο του αξίζει μια διαφορετική συζήτηση. Έχοντας παρακολουθήσει κάποια βίντεο ακόμα της Χόσενφέλντερ, μπορώ να καταλάβω από πού πηγάζει αυτή η άποψη. Όμως δε θα σταθώ σε αυτό στην παρούσα φάση.
Ο επικεφαλής του ινστιτούτου, συνεχίζει η Ζαμπίνε, έβγαζε πολλά χρήματα πουλώντας συγγράμματα, τα οποία όμως κατά κύριο λόγο δεν έγραφε ο ίδιος αλλά οι φοιτητές και οι μεταδιδακτορικοί του. Όταν της ζήτησε να αναλάβει το κομμάτι της συγγραφής που της αναλογεί, ως εργαζόμενη στο ινστιτούτο, και αυτή αρνήθηκε υποστηρίζοντας πως δεν είχε καμία υποχρέωση να δουλέψει για άσχετα πράγματα με τα καθήκοντά της, εκείνος νευρίασε και της είπε πως απολύεται διώχνοντάς την κλοτσηδόν (κυριολεκτικά) από το γραφείο. Μόνο που, λέει η Ζαμπίνε, δεν μπορούσε να την απολύσει, γιατί δε δούλευε γι' αυτόν. Ήταν εκεί με υποτροφία που δεν τη διαχειριζόταν το ινστιτούτο αλλά ένα άλλο γραφείο.
Συνεχίζει:
Δεν σας το λέω αυτό (σ.σ. την ιστορία με τον επικεφαλής) μόνο και μόνο επειδή είναι διασκεδαστικό, ήταν επίσης ένα μάλλον απότομο ξύπνημα. Με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι το ινστιτούτο δεν είχε να κάνει με την παραγωγή γνώσης. Είχε να κάνει με την παραγωγή χρημάτων. Και όσο περισσότερο έβλεπα την ακαδημαϊκή κοινότητα, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούσα ότι δεν ήταν μόνο αυτό το συγκεκριμένο ινστιτούτο και ο συγκεκριμένος καθηγητής. Ήταν έτσι γενικά. Τη στιγμή που βάζεις ανθρώπους σε μεγάλα ιδρύματα, ο στόχος μετατοπίζεται από την παραγωγή της γνώσης στην παραγωγή χρημάτων.
Έτσι λειτουργεί ο ακαδημαϊκός χώρος, λέει. Όταν ένας ερευνητής λαμβάνει υποτροφία ή ερευνητική επιχορήγηση, τότε το ίδρυμα που ανήκει παίρνει μέρος αυτών των χρημάτων. Αυτό το κομμάτι ονομάζεται overhead (σ.σ. στα ελληνικά το βρίσκω ως έμμεσα έξοδα) και προορίζεται να πληρώσει για γραφεία, εξοπλισμό, διαχείριση κτλ. Όμως τα ακαδημαϊκά ιδρύματα πληρώνουν μέρος του προσωπικού τους από αυτά τα χρήματα, επομένως τα έμμεσα έξοδα πρέπει να συνεχίσουν να έρχονται. Οι μικρές υποτροφίες δε φέρνουν πολλά χρήματα, όμως οι ερευνητικές επιχορηγήσεις μπορεί να αφορούν δεκάδες εκατομμύρια δολάρια και τα έμμεσα έξοδα να είναι κάτι μεταξύ του 15% και 50% αυτών των χρημάτων. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα ερευνητικά ιδρύματα πιέζουν τους ερευνητές να φέρνουν επιχορηγήσεις, και το κάνουν αυτό διατηρώντας τους με προσωρινές συμβάσεις ώστε να χρειάζονται επιχορηγήσεις για να πληρωθούν και οι ίδιοι. Το αστείο της υπόθεσης είναι πως οι διοικητικοί υπάλληλοι, που πληρώνονται από τα έμμεσα έξοδα, έχουν συνήθως μόνιμες θέσεις.
Έχει επίσης, θεωρώ, μεγάλο ενδιαφέρον το ότι ένας άνθρωπος που έχει υποστηρίξει δημόσια πως, «Capitalism is good. Let me explain», καταλήγει σε αυτό το συμπέρασμα. Αναρωτιέμαι πώς ταιριάζουν μέσα στο μυαλό της αυτές οι δύο θέσεις.
Το πραγματικό πρόβλημα, λέει η Χόσενφέλντερ, είναι ότι ο ευκολότερος τρόπος να εξελιχθείς στον ακαδημαϊκό χώρο είναι να πληρώνεις άλλους ανθρώπους για να παράγουν επιστημονικές εργασίες στις οποίες εσύ, ως ο κάτοχος της επιχορήγησης, μπορείς να βάλεις το όνομά σου. Οι επιχορηγήσεις πληρώνουν φοιτητές και μεταδιδακτορικούς για να παράγουν ερευνητικές εργασίες για τον κάτοχο της επιχορήγησης και στη συνέχεια αυτός χρησιμοποιεί τις εργασίες για να υποβάλει αίτηση για περισσότερες επιχορηγήσεις. Το αποτέλεσμα είναι μια μηχανή παραγωγής papers, στην οποία οι φοιτητές και οι μεταδιδακτορικοί χρησιμοποιούνται μέχρι εξαντλήσεως για να φέρουν χρήματα στο ίδρυμα.
Μετά το διδακτορικό μου, έκανα αίτηση για άλλη μια υποτροφία και την πήρα και στη συνέχεια βρήκα μια θέση μεταδιδακτορικού. Και μια υποτροφία, και μια άλλη δουλειά, και μια άλλη δουλειά και μια άλλη υποτροφία, και ούτω καθεξής. Και άρχισα να καταλαβαίνω τι πρέπει να κάνεις για να πάρεις μια υποτροφία ή να προσληφθείς. Πρέπει να δουλεύεις πάνω σε θέματα που είναι αρκετά mainstream (σ.σ. να είναι η τάση) αλλά όχι πολύ mainstream. Θέλεις να είναι και λίγο προκλητικά. Αλλά όχι πολύ προκλητικά, όχι. Πρέπει να είναι κάτι που να ταιριάζει στον υπάρχοντα μηχανισμό. Και δεδομένου ότι οι περισσότερες επιχορηγήσεις διαρκούν 3 ή, το πολύ, 5 χρόνια, πρέπει επίσης να είναι κάτι που να μπορεί να ολοκληρωθεί γρήγορα.
Στη συνέχεια, μιλάει για το πόσο της στοίχισε νοητικά και σωματικά η συγκεκριμένη δουλειά και οι συνεχόμενες μετακομίσεις που απαιτούσε (σας θυμίζει κάτι αυτό από τη δική μας χώρα;). Αφού έφτασε στο απροχώρητο, αποφάσισε να γυρίσει από τη Στοκχόλμη στη Γερμανία, για να είναι κοντά στην οικογένειά της, και να κάνει αιτήσεις για ερευνητικές επιχορηγήσεις σε πράγματα που δεν την ενδιέφεραν σε βάθος, όμως μπορούσαν να της παρέχουν χρήματα.
Δεν είναι ότι αυτό που έκανα ήταν λάθος. Ήταν, και εξακολουθεί να είναι, στην αιχμή του δόρατος. Έκανα αυτό που είπα ότι θα κάνω στην πρόταση. Έκανα τους υπολογισμούς, έγραψα την εργασία, έγραψα τις εκθέσεις και οι εκθέσεις εγκρίθηκαν. Τυπική ακαδημαϊκή διαδικασία. Αλλά ήξερα ότι ήταν μαλακίες, όπως και οι περισσότερες εργασίες σε αυτόν τον τομέα σήμερα είναι μαλακίες. [...] Το πραγματικό μου πρόβλημα ήταν, νομίζω, ότι ήμουν κακή στο να λέω ψέματα στον εαυτό μου.
Προσπάθησε να δουλέψει πάνω στο αντικείμενο που πραγματικά την ενδιέφερε παράλληλα με την κανονική της δουλειά, όμως ούτε αυτό λειτούργησε - απλώς δεν υπήρχε χρόνος. Και, όταν προσπάθησε να αιτηθεί επιχορήγηση για να κάνει αυτό που θεωρούσε σημαντικό, η επιχορήγηση της αρνήθηκε.
Η ιστορία της έχει ένα, τρόπον τινά, happy ending, καθώς στράφηκε προς το YouTube και την επικοινωνία της επιστήμης, μέσω της οποίας μοιράζεται με τον υπόλοιπο κόσμο τα πράγματα που την ενθουσιάζουν.
Σε αντίθεση με την ακαδημαϊκή έρευνα, αυτή είναι μια τίμια ανταλλαγή. Σας δίνω μέρος από τις γνώσεις μου. Μου δίνετε μέρος της προσοχής σας. Μου αρέσει αυτή η απλότητα.
Χαίρομαι που βρήκε τη θέση της κάπου και που είναι ευχαριστημένη με αυτό που κάνει. Όμως, δεν μπορώ παρά να προβληματιστώ με την κατάσταση και το μέλλον της επιστήμης. Η ιστορία της Ζαμπίνε μπορεί να ερμηνευτεί με ποικίλους τρόπους. Ένας από αυτούς είναι, μάλλον, ως success story. Παρά τις δυσκολίες κατάφερε να κάνει αυτό που αγαπάει και το εγχείρημά της είναι αναμφίβολα επιτυχημένο. Μια εναλλακτική ερμηνεία, όμως, παρουσιάζει μια χαρακτηριστική περίπτωση ενός ανθρώπου με όνειρα, στόχους, όρεξη για ανακάλυψη και καινοτομία, που αλέστηκε από τα γρανάζια της μηχανής παραγωγής χρήματος σε σημείο που σιχάθηκε το ίδιο του το όνειρο ζωής. Γιατί αυτό είναι το αποτέλεσμα όταν όλη μας η ζωή περνάει μέσα από το καπιταλιστικό φίλτρο πραγμάτωσης. Όταν τα πάντα πρέπει να παράγουν έσοδα και να αυξάνουν κάποιους οικονομικούς δείκτες, πρακτικές που έχουμε κατανοήσει πως όταν αφήνονται σχετικά ελεύθερες βελτιώνουν τη ζωή μας μακροπρόθεσμα, όπως η επιστημονική έρευνα, καταλήγουν κακέκτυπα του εαυτού τους που εξυπηρετούν μονάχα έναν σκοπό: Να ταιριάξουν μέσα στη μηχανή παραγωγής αέναου πλούτου.
Μέσα σε όλα αυτά, κάπου κάπου γίνεται και πραγματικά χρήσιμη και καινοτόμα δουλειά. Πόσο κρίμα είναι, όμως, όλη η υπόλοιπη ανθρώπινη ενέργεια (που ενδεχομένως να είναι το μεγαλύτερο ποσοστό) που σπαταλιέται απλώς και μόνο για να μπορεί η έρευνα να δικαιολογεί την ύπαρξή της;
Ο Πίτερ Χιγκς και η «ανακάλυψη» του μποζονίου
Στις 08/04/24 πέθανε ο θεωρητικός φυσικός Πίτερ Χιγκς. Με αφορμή τον τρόπο που καλύφθηκε η συγκεκριμένη είδηση από τα εγχώρια μέσα, έγραψα ένα μικρό κείμενο στο Facebook.
Σε περίπτωση που σας ξέφυγε
Πρόσφατα έδωσα μια συνέντευξη στον Αλέξανδρο Πηγαδά που διατηρεί το κανάλι Alex's stories. Μιλήσαμε για διάφορα θέματα, από την επικοινωνία της επιστήμης στην Ελλάδα, μέχρι το βίντεό μου για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και την κλιματική κρίση.
Επίσης, αυτόν τον μήνα στη Λέσχη Bookerberg, διαβάζουμε Το Αστείο του Μίλαν Κούντερα. Στη φωτογραφία με βλέπετε να μυρίζω το βιβλίο και όχι να το φασώνω, όπως υποστήριξαν κάποιοι κακεντρεχείς.
Ένα σύντομο infographic για την εξέλιξη της κατάστασης στη Μέση Ανατολή.
Κι άλλο ένα για την καταστροφή στην οποία υπόκειται η Γάζα. Το 50% των ανθρώπων δεν έχουν να φάνε. Το 2% έχουν πεθάνει. Το 77% έχουν αναγκαστεί να αφήσουν τα σπίτια τους.
Τι κάνεις; Πώς είσαι; Ερωτήσεις που κάνουμε με χαρακτηριστική άνεση στους συνανθρώπους μας, προσμένοντας στην πλειονότητα των περιπτώσεων μια μονολεκτική απάντηση. Είναι όμως εκείνες οι φορές που το «καλά» απλώς δεν αρκεί. Ορίστε 27 εναλλακτικοί τρόποι να απαντήσετε. Τα δύο αγαπημένα μου: The emotional equivalent of that tangled mess of headphones and trash at the bottom of your tote bag και My anxiety has anxiety.
Η Ελλάδα σε θεσμική υποχώρηση.
Μια σειρά άρθρων από το ETERON ενόψει των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου. Αν έχετε χρόνο διαβάστε τα όλα, προσωπικά τα βρήκα πολύ ενδιαφέροντα.
Κι ένα του Γιάννη Μπαλαμπανίδη στην Καθημερινή.
Έξι χρόνια μετά το πρώτο Papyrus σκετς του Saturday Night Live,
έρχεται η συνέχεια σε μια ερμηνευτική και τεχνική υπερπαραγωγή. Ιδιοφυές και ξεκαρδιστικό.
Ένας τύπος έχει μια χρονομηχανή που τον πηγαίνει ένα λεπτό πίσω στο παρελθόν. Εκτός από το υπέροχο σκετσάκι, σας προτείνω να διαβάσετε και την ιστορία πίσω από αυτό στην περιγραφή του βίντεο!